Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

Michel Kaplan: «Γιατί το Βυζάντιο;»Χρ. Δ. Αντωνίου




Ο συγγραφέας του βιβλίου, Michel Kaplan, είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Paris 1 (Πάνθεον – Σορβόνη), καταξιωμένος διεθνώς ιστορικός Βυζαντινολόγος, που ξεκίνησε τις έρευνές του υπό την καθοδήγηση αρχικά του Πολ Λεμέρλ και στη συνέχεια της Ελένης Γλύκατζη-Αρβελέρ και του Νίκου Σβορώνου. Διαδέχτηκε μάλιστα την Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ στη διεύθυνση του Ινστιτούτου Ερευνών για το «Βυζάντιο, το Ισλάμ και τη Μεσόγειο κατά τον Μεσαίωνα», θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 2015.
Στο πολύ πρόσφατα εκδοθέν αυτό βιβλίο, που ο τίτλος του αποτελεί φόρο τιμής στο ομότιτλο έργο της Ελένης Γλύκατζη-Αρβελέρ, ο συγγραφέας ξαναγράφει την ιστορία του Βυζαντίου περιγράφοντας τις δυσκολίες και τα ποικίλα προβλήματα (πολιτικά, θρησκευτικά, πολιτισμικά κ.ά.), σκιαγραφώντας μιαν ολοκληρωμένη εικόνα της αυτοκρατορίας των έντεκα αιώνων κυριαρχίας, επιρροής και ευημερίας της, επισημαίνοντας παράλληλα τους λόγους που συνέβαλαν στη θαυμαστή μακροβιότητά της. Αναφέρεται επίσης σε όλα όσα οφείλει ο σύγχρονος πολιτισμός στο Βυζάντιο αποτιμώντας ειδικότερα την κληρονομιά του Βυζαντίου στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ευρώπης στον πολιτισμό, στην τέχνη και στην κρατική οργάνωση. Για το έργο του αυτό ο Michel Kaplan τιμήθηκε με το βραβείο Diane Potier-Boès της Γαλλικής Ακαδημίας το 2017.
Ο αναγνώστης, λοιπόν, θα έχει την ευκαιρία να ξαναδεί τη Βυζαντινή Ιστορία μέσα από την οπτική γωνία του συγγραφέα στα εν μέρει και στα εν γένει γεγονότα που συντάραξαν σε πολλές περιπτώσεις το Βυζαντινό κράτος καθώς προσπαθούσε «να ενσαρκώσει δυνατές ιδέες, με πρώτη την ιδέα της οικουμενικής αυτοκρατορίας αλλά και αυτήν ενός αυτοκράτορα, εκπροσώπου του Θεού επί της γης» (αργότερα αυτό το θεοκρατικό πλαίσιο θα ακολουθήσει και ο σουλτάνος θα θεωρείται ως «η σκιά του Θεού επί της γης»). Σαν κινηματογραφική ταινία περνούν μπροστά από τα μάτια του αναγνώστη τα γεγονότα από την ίδρυση της Κωνσταντινουπόλεως από τον Κωνσταντίνο το 330 μ.Χ. μέχρι την άλωσή της από τον Μωάμεθ στα 1453 μ.Χ.: η εδραίωση της χριστιανικής θρησκείας, οι δυσκολίες ορισμού του δόγματος, οι αποσχισματικές τάσεις, οι μοναστικές αντιδράσεις, τα γεγονότα κατά την ένδοξο βασιλεία του Ιουστινιανού, η αξιολογότατη κωδικοποίηση του δικαίου, η οποία άρχισε σ’ αυτή την περίοδο και ολοκληρώθηκε από τους μετέπειτα αυτοκράτορες, οι πόλεμοι με τους Πέρσες, τους Άραβες κ.λπ. Η γραμμικότητα στην έκθεση των γεγονότων διακόπτεται από σχόλια του συγγραφέα που αφορούν τις συνέπειές τους μέχρι και σήμερα.
Στα γεγονότα της Εικονομαχίας αφιερώνει ο συγγραφέας ένα μεγάλο κεφάλαιο, όπου εξηγεί τα αίτιά της, αποκαλύπτει τις ίντριγκες και αναφέρεται στις συνέπειες αυτής της διαμάχης ανάμεσα στους εικονολάτρες και εικονοκλάστες, ανάμεσα στην ουσία στο ελληνικό και ασιατικό πνεύμα, που δεν αγαπά την εξεικόνιση του Θείου. Στα 843, όταν αυτοκράτειρα ήταν η Θεοδώρα, η διαμάχη λήγει, όπως ξέρουμε, με τη νίκη του ελληνικού πνεύματος και ανοίγεται μια λαμπρή περίοδος για την ανάπτυξη της βυζαντινής τέχνης. Αλλά ο φημισμένος ιστορικός Μ. Kaplan διεξέρχεται και όλα τα άλλα γεγονότα της ώριμης, μετά την Εικονομαχία, αυτοκρατορίας, όταν η δυναστεία των Μακεδόνων αυτοκρατόρων αναλαμβάνει να εδραιώσει την οικουμενικότητα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με συνεχείς πολέμους σε όλα τα μέτωπα, με εφαρμογή νέων διοικητικών συστημάτων, νέων οικονομικών μέτρων και με αναμόρφωση του δικαίου. Η ιστορία των επόμενων αυτοκρατορικών δυναστειών, οι σταυροφορίες που έχουν ως συνέπεια την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως το 1204 στους Φράγκους, η ανακατάληψη και η πολιτιστική λάμψη της εποχής των Παλαιολόγων αποτελούν την ύλη των επόμενων κεφαλαίων του βιβλίου.
Τώρα όσον αφορά τη μακροβιότητα του Βυζαντίου, ο συγγραφέας θεωρεί ως βασικές αιτίες: α) Την άριστη από πολλές πλευρές γεωγραφική θέση της Κωνσταντινούπολης, β) Την ασύγκριτη ποιότητα της διοικητικής οργάνωσης του Βυζαντίου και γ) Την ιδεολογία στην οποία στηρίχτηκε η εξουσία, θέματα που αναλύει σταδιακά κατά την εξιστόρηση των γεγονότων.
Η αφομοιωτική ικανότητα του Βυζαντίου πράγματι υπήρξε τόσο ισχυρή, που η έννοια του «ξένου» στο Βυζάντιο ήταν ανύπαρκτη.
Τέλος, όσον αφορά την πολιτιστική κληρονομιά της χιλιόχρονης αυτοκρατορίας, θεωρεί ως συμβολή της σε όλη την ανθρωπότητα τη μετακένωση της κληρονομιάς της Αρχαίας Ελλάδας, δηλαδή το σύνολο των σωζόμενων έργων από την Ιλιάδα μέχρι τα Πατερικά κείμενα, που έφτασαν σ’ εμάς μέσα από τα χειρόγραφα που αντέγραψαν οι Βυζαντινοί. Η μεταφορά αυτών των χειρογράφων είχε αρχίσει ήδη από τον 13ο αιώνα στη Δύση και λίγο αργότερα στη Ρωσία. Αλλά και λίγο πριν από την άλωση της Πόλης, πολλοί Βυζαντινοί που κατέφυγαν στη Δύση πήραν μαζί τους και τα βιβλία τους. Στο πεδίο τώρα της βυζαντινής τέχνης, η κληρονομιά περιορίζεται στην ορθόδοξη Ευρώπη και επομένως στον σλαβικό κόσμο: Βουλγαρία, Ρωσία, Βόρεια Μακεδονία, Μαυροβούνιο, Σερβία, Ρουμανία, Ουκρανία. Αλλά δεν μπορούμε να μην υπολογίσουμε τη συμβολή της στην ιταλική Αναγέννηση. Και οπωσδήποτε πρέπει να λάβουμε υπόψη τις επιδράσεις της βυζαντινής τέχνης στην Ελλάδα, η οποία άλλωστε, όπως θεωρεί ο συγγραφέας, είναι άμεση κληρονόμος του Βυζαντίου. Το σπουδαιότερο όμως γεγονός στον χώρο της τέχνης πιστεύει ο συγγραφέας ότι είναι η αποκατάσταση των εικόνων κατά το 843, γιατί αποτελεί βασικό στοιχείο της λατρείας όλων των ορθοδόξων.
Αν και το θεοκρατικό Βυζάντιο διαφέρει σαν σύστημα από τα ευρωπαϊκά κράτη, όμως, κατά τον συγγραφέα, πρέπει να υπολογίσουμε ότι σε όλη τη διάρκειά του υπήρξε κράτος δικαίου. Η δικαιοσύνη βασιζόταν κυρίως στον Ιουστινιάνειο Κώδικα, τον οποίο κάθε φορά οι Βυζαντινοί ανασκεύαζαν κατά τις ανάγκες της εποχής κρατώντας όμως τα κύρια στοιχεία του. Καθήκον άλλωστε του αυτοκράτορα ήταν να προστατεύει και να εφαρμόζει τους θεσπισμένους νόμους και, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, στο Βυζάντιο το δίκαιο προηγείται της δύναμης. Το νομοθετικό πλαίσιο συμπλήρωσαν αργότερα άλλοι αυτοκράτορες, κυρίως της δυναστείας των Μακεδόνων (Λέων ΣΤ’ ο Σοφός).
Τελειώνοντας αυτή την παρουσίαση, δεν θέλω να παραλείψω μια επισήμανση του συγγραφέα σχετικά με ένα κύριο χαρακτηριστικό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τη φιλοδοξία της για παγκοσμιοποίηση. «Είναι βέβαιο πως αν στις μέρες μας ξαναρχόταν στη ζωή ο Βασίλειος Β’, αυτοκράτορας του έτους 1000, θα έμενε εμβρόντητος από τις εθνικές και θρησκευτικές αντιπαραθέσεις που διαιρούν τους λαούς των Βαλκανίων, τους οποίους τόσο πολύ ο ίδιος είχε προσπαθήσει να συγχωνεύσει μέσα στην αυτοκρατορία». Η αφομοιωτική ικανότητα του Βυζαντίου πράγματι υπήρξε τόσο ισχυρή, που η έννοια του «ξένου» στο Βυζάντιο ήταν ανύπαρκτη. Μαρτυρείται μάλιστα ότι κάποιον «μετανάστη» από τη Γεωργία, ατρόμητο πολεμιστή και εξαιρετικό διοικητή, ονόματι Γρηγόριο Πακουριανό, ο Αλέξιος Κομνηνός γύρω στα 1080 τον επέλεξε ως δομέστιχο των Σχολών (διοικητή του στρατού) της Δύσης. Ο όρος λοιπόν «μετανάστης» δεν είχε απολύτως κανένα νόημα.
photo M KaplanΤο βιβλίο αυτό απευθύνεται σε κάθε αναγνώστη που θέλει να ανανεώσει τις γνώσεις του για το Βυζάντιο, αλλά και σε όσους θα ασχοληθούν ιδιαίτερα με τη βυζαντινή ιστορία. Γι’ αυτούς κυρίως στο τέλος του βιβλίου υπάρχει μια πολύ πλούσια βιβλιογραφία, χάρτες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στις διάφορες ιστορικές περιόδους, κατάλογος των Βυζαντινών αυτοκρατόρων, γλωσσάριο και ευρετήριο κύριων ονομάτων. Είναι ένα ιστορικό, επιστημονικό και ολοκληρωμένο βιβλίο.

Γιατί το Βυζάντιο;
Μια αυτοκρατορία έντεκα αιώνων
Michel Kaplan

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου